Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

H BAT στο TeamFair 3.0 ξαναχτυπά !!!


Η Bio AUTh Team, B.A.T., κάνει και το φετινό της ντεμπούτο μέσα από την ίδια εκδήλωση από την οποία έκανε το και πρώτο της άνοιγμα στη ζούγκλα της ακαδημαϊκής κοινότητας. Φέτος, όπως και πέρυσι, η πρώτη δράση της ομάδας είναι η παρουσία(ση) της στο TeamFair AUTH, μια οργάνωση γνωριμίας με τις φοιτητικές ομάδες που δραστηριοποιούνται στο χώρο του Α.Π.Θ. Η ΒΑΤ δεν θα μπορούσε να απουσιάσει φέτος, μετά από το λαμπερό παρόν της πέρσι. 
Γνωρίστε τη Β.Α.Τ. αλλά και τις υπόλοιπες ομάδες στο TeamFair AUTH 3.0 στις 14-15 Οκτωβρίου 2015. 


H αφίσα του event:





Δείτε το event στο facebook

Κυριακή 5 Απριλίου 2015

2Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: "ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ" - DR. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΟΣΙΑΛΟΣ

Στο ευρύτερο πλαίσιο δράσεων της ομάδας, έλαβαν χώρα συνεντεύξεις καθηγητών και ερευνητών του τμήματος Βιολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου, που έχουν ως περιεχόμενο τις σπουδές βιολογίας στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, εμπειρίες στον επαγγελματικό τομέα και γενικότερα χρήσιμες πληροφορίες από ανθρώπους που κατέχουν εξειδίκευση, κατάρτιση και εμπειρία. 
Παρακάτω, η 2η συνέντευξη αυτού του project, από τον Καθηγητή κ. Γεώργιο Μόσιαλο, ερευνητή που διαπρέπει στη διερεύνηση της μοριακής βάσης της ογκογένεσης, αγαπημένο καθηγητή των φοιτητών του Βιολογικού που δίδαξε στην Ιατρική του Πανεπιστημίου του Harvard.
Δια χειρός Αλέξανδρου Νιανιά: 




 Ώρα 12:10, χτυπώ την πόρτα, μπαίνω στο γραφείο του. Γεμάτος ευγένεια με υποδέχεται. Η βιβλιοθήκη που είναι γεμάτη από αγγλόφωνα διδακτικά συγγράμματα σίγουρα δεν περνά απαρατήρητη. Μέσα στις στοίβες από τα χαρτιά του γραφείου κατάφερα τελικά να βρω χώρο για να τοποθετήσω το κινητό μου και να ηχογραφήσω τη συνέντευξη. Το πρώτο μου δημοσιογραφικό εγχείρημα είναι έτοιμο να ξεκινήσει…  

Κύριε Μόσιαλε, πείτε μας μερικά πράγματα για τα αρχικά στάδια της ζωής σας.

Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη, γεγονός που ίσως εξηγεί και τα μετέπειτα επαγγελματικά μου βήματα. Παρακολούθησα δημόσια παιδεία και σπούδασα στο τμήμα Χημείας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, απ’ όπου αποφοίτησα το 1986, ενώ το ίδιο χρόνο ταξίδεψα και στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Πώς επιλέξατε την επαγγελματική σας κατεύθυνση;

Σαν μαθητής Λυκείου δεν ήμουν πλήρως κατασταλαγμένος σε κάποιο πεδίο, ωστόσο γνώριζα ότι θα ακολουθήσω κάποια από τις θετικές επιστήμες. Είχα ένα γενικότερο ενδιαφέρον για θέματα υγείας, ίσως λόγω και της ιατρικής ιδιότητας του πατέρα μου. Παρ’ όλα αυτά δε με ενδιέφερε το τμήμα της περίθαλψης, αντίθετα θα έλεγα ότι είχα το «μικρόβιο» του ερευνητή και της ανακάλυψης νέων πραγμάτων. Η χημεία ήταν ένας κλάδος, ο οποίος μου άρεσε και έδινε τη δυνατότητα της ενασχόλησης και ανάλυσης των φαινομένων της ζωής. Καταλυτικό ρόλο στις επιλογές μου έπαιξε ο ομότιμος πια καθηγητής κ. Γεωργάτσος, του οποίου οι διαλέξεις και γενικότερα το μάθημα της Βιοχημείας, ήταν κάποιοι από τους παράγοντες που με ενέπνευσαν ώστε να ακολουθήσω τις βιοεπιστήμες. Η τελική απόφαση ουσιαστικά πάρθηκε κατά την εκπόνηση της διπλωματικής μου εργασίας.

Και μετά τη Θεσσαλονίκη πραγματοποιείτε ένα υπερατλαντικό ταξίδι φτάνοντας στη Βοστώνη. Μιλήστε μας  για αυτή σας την απόφαση.

Η περίοδος κατά την οποία διεκπεραίωσα τη διπλωματική μου στο εργαστήριο ήταν μια από τις δυσκολότερες για διεξαγωγή έρευνας κυρίως λόγω υποχρηματοδότησης. Έτσι αντιλαμβανόμενος τα εμπόδια που έπρεπε να ξεπεραστούν και σε συνδυασμό με τις επαφές που ανέπτυξα με τα διάφορα μέλη του εργαστηρίου, αποφάσισα να συνεχίσω τη μετεκπαίδευσή μου στο εξωτερικό. Θα πρέπει βέβαια να αναφερθεί ότι η περίοδος εκείνη συμπίπτει με την ίδρυση του Ινστιτούτου Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας (ΙΜΒΒ), το οποίο αποτελούσε μια «λαμπερή» προσπάθεια ανάδειξης των βιοεπιστημών στην Ελλάδα, ωστόσο βρισκόταν ακόμα σε πολύ αρχικό στάδιο.

Περιγράψτε μας την εμπειρία σας εκεί. Ποια διαδικασία ακολουθήσατε και ποιο ήταν το αντικείμενο του διδακτορικού σας.

Κατ’ αρχάς η πληροφόρηση ήταν δυσκολότερη τότε λόγω απουσίας του διαδικτύου οπότε στηριζόμασταν σε έντυπους οδηγούς (Petersons Guide). Αφού επέλεξα τα πανεπιστήμια, έκανα μια σειρά από αιτήσεις, ενώ έδωσα εξετάσεις γλώσσας (ΤΟEFL) καθώς και το GRE, τα οποία έχουν και τη μεγαλύτερη βαρύτητα στην αξιολόγηση μαζί με τις συστατικές επιστολές. Κατάφερα τελικά να γίνω δεκτός με χρηματοδότηση για διδακτορικό στο τμήμα Χημείας του Boston University. Η άφιξη αρχικά ήταν σίγουρα ένα σοκ, ωστόσο η ομοιότητα της Βοστώνης με τα ευρωπαϊκά πρότυπα συνετέλεσε στη γρήγορη προσαρμογή στον τρόπο ζωής. Το πρόγραμμα εκτός από την εκπόνηση της διατριβής απαιτούσε τη διδασκαλία σε φροντιστηριακά μαθήματα και σε εργαστήρια. Αξιοσημείωτος ήταν ο τρόπος παράδοσης στις διαλέξεις και η έμφαση στην κριτική ανάλυση και την ανάπτυξη της ερευνητικής σκέψης. Όσον αφορά το διδακτορικό μου αυτό έγινε υπό την επίβλεψη του καθηγητή Βιολογίας (καθώς επιτρεπόταν η διεξαγωγή της διατριβής σε διαφορετικό τμήμα) Thomas Gilmore, ο οποίος ήταν μαθητής του Howard Temin (βραβείο Νόμπελ για την ανακάλυψη της αντίστροφης μεταγραφάσης). Το θέμα ήταν η μελέτη ενός ογκογονιδίου, η παραγόμενη πρωτεΐνη του οποίου ονομάζεται vRel και εκφράζεται από ένα ρετροϊό που προκαλεί λεμφώματα σε πτηνά. Το ενδιαφέρον που προέκυψε ήταν ότι η vRel έχει συγγένεια στα ευκαρυωτικά κύτταρα με την οικογένεια μεταγραφικών παραγόντων NF-κB, η οποία εμπλέκεται στην καρκινογένεση και στη φλεγμονή όταν απορρυθμίζεται. Ειδικότερα το δικό μου θέμα αφορούσε το ρόλο της φωσφορυλίωσης στη δράση της ιικής πρωτεΐνης και της αντίστοιχης κυτταρικής (cRel), καθώς πολλά από τα ιικά ογκογονίδια έχουν προέλθει από αντίστοιχα κυτταρικά, τα οποία έχουν υποστεί αλλαγές. Αυτό που δείξαμε ήταν ότι η ιική πρωτεΐνη επηρεάζει τον NF-κB και τον απορρυθμίζει με αποτέλεσμα τη δημιουργία λεμφωμάτων.

Και η πορεία συνεχίζεται με τη θέση Λέκτορα και Επίκουρου καθηγητή στην Ιατρική του Ηarvard

Κατ’ αρχάς το θέμα του διδακτορικού μου παρουσίαζε μεγάλο ανταγωνισμό με πολλές ομάδες να το έχουν ως αντικείμενο έρευνας, ενώ εγώ αποφάσισα ότι ήθελα να ασχοληθώ με κάτι διαφορετικό. Έτσι για τις μεταδιδακτορικές μου σπουδές επέλεξα μια ομάδα ερευνητών στο Harvard με επικεφαλή τον Καθηγητή Elliott Kieff, η οποία ασχολούνταν με έναν ανθρώπινο ογκογόνο ερπητοϊό, τον Epstein Barr (EBV), ο οποίος αποτελεί μέχρι και σήμερα αντικείμενο μελέτης. Ο EBV είναι ένας ιός, ο οποίος μολύνει 9 στους 10 ανθρώπους, χωρίς να παρουσιάζουν σοβαρά συμπτώματα παρά μόνο σε περίπτωση σοβαρής ανοσοκαταστολής. Γνωστότερη εκδήλωσή του είναι η λοιμώδης μονοπυρήνωση που παρουσιάζεται όταν η μόλυνση από τον ιό γίνει για πρώτη φορά  κατά την εφηβεία. Ωστόσο  οι περισσότεροι άνθρωποι μολύνονται από τον ιό κατά τη βρεφική ηλικία συνήθως από την μητέρα και η μόλυνση είναι ασυμπτωματική. Το ερευνητικό μου θέμα αφορούσε τους μοριακούς μηχανισμούς της ογκογένεσης του EBV Συγκεκριμένα ασχολήθηκα με την κύρια ογκογονική πρωτεΐνη του EBV, που ονομάζεται LMP1 και είχα την τύχη να ανακαλύψω μαζί με τους συνεργάτες μου τον μοριακό μηχανισμό δράσης της. Στη συνέχεια εκλέχθηκα Λέκτoρας και μετέπειτα Επίκουρος Καθηγητής της Ιατρικής του Ηarvard.

Ποια στοιχεία- προσόντα (ακαδημαϊκά & ψυχικά) πρέπει να διαθέτει ένας φοιτητής για να κατακτήσει μια θέση στην παγκόσμια elite των Πανεπιστημίων; Θεωρείτε ότι είναι εφικτό κάτι τέτοιο για τον Έλληνα φοιτητή;

Αρχικά θεωρώ ότι είναι κάτι απολύτως εφικτό, γεγονός που αποδεικνύεται και από το πλήθος των Ελλήνων φοιτητών που διαπρέπουν στο εξωτερικό. Το βασικό είναι να υπάρχει πάθος, πραγματικό ενδιαφέρον και έλξη για το επιλεγμένο ερευνητικό πεδίο. Δε θα πρέπει να αποτελεί έναν παροδικό ενθουσιασμό και να εγκαταλειφθεί στην πρώτη δυσκολία. Όσον αφορά το ακαδημαϊκό υπόβαθρο, εκτός από τις πολύ καλές επιδόσεις στα σχετιζόμενα μαθήματα (με το γενικό βαθμό να έχει επίσης βαρύτητα και να αποτελεί το πρώτο κριτήριο), η συνέντευξη παίζει βασικό ρόλο όπου εκεί μπορεί να εκδηλωθεί ο ενθουσιασμός. Επιπλέον, η συμμετοχή σε δραστηριότητες εκτός προγράμματος σπουδών, όπως η συμμετοχή σε σεμινάρια, internships και η πραγματοποίηση διπλωματικής εργασίας και πρακτικής άσκησης είναι σημαντικής βαρύτητας.

Ενώ βρισκόσασταν στην κορωνίδα της βιοϊατρικής έρευνας εσείς επιλέξατε να γυρίσετε πίσω. Ποιοι λόγοι σας ώθησαν για να πάρετε αυτήν απόφαση ζωής;

Οι λόγοι ήταν ισόποσα κατανεμημένοι. Αρχικά ήταν κοινή επιθυμία, δική μου και της συζύγου μου, να επιστρέψουμε στην πατρίδα μας και την οικογένεια μας. Από την άλλη πλευρά, ήθελα να προσφέρω στην Ελλάδα όσα «εφοδιάστηκα» από τη διαμονή μου στο εξωτερικό διατηρώντας παράλληλα υψηλό το επίπεδο της έρευνας. Για αυτό το λόγο, η πρώτη μου στάση ήταν στο Ερευνητικό Κέντρο Α. Fleming στην Αθήνα, καθώς ήταν ένα νέο ινστιτούτο με πολύ καλό εξοπλισμό, αλλά πολύ περισσότερο με νέους επιστήμονες από το εξωτερικό εκείνη την περίοδο. Θεωρώ ότι ένα επιτυχημένο ερευνητικό project στην Ελλάδα έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία από ένα αντίστοιχο που διεξάγεται στο εξωτερικό, επειδή υπάρχουν περισσότερα κωλύματα που πρέπει να υπερνικηθούν, οικονομικής, οργανωτικής και υλικής φύσεως. Επιπλέον, μπορεί μέσα από την ερευνητική διαδικασία να εκπαιδεύσει σε πολύ υψηλό επίπεδο ανθρώπους στην Ελλάδα που δεν έχουν τις ίδιες ευκαιρίες με έναν αντίστοιχο φοιτητή στο εξωτερικό, όσον αφορά τη δυνατότητα επιλογής ενός μεγάλου αριθμού ομάδων και εργαστηρίων. Για αυτό πιστεύω πως είναι απαραίτητο, να μεταλαμπαδεύσουν οι Έλληνες του εξωτερικού τις γνώσεις τους στην Ελλάδα και να δώσουν τη δυνατότητα σε νέα παιδιά που δεν έχουν την ικανότητα να φύγουν, να πάρουν μια γεύση από ένα αξιοπρεπές επίπεδο έρευνας. Έτσι το Fleming αποδείχθηκε ένα εξαιρετικό ερευνητικό κέντρο, με ένα πολύ ελκυστικό περιβάλλον από άποψη υποδομών και προσωπικού, με ταυτόχρονη πραγματοποίηση έρευνας σε πολύ σύγχρονα πεδία των βιοεπιστημών.

Ωστόσο όμως εντοπίσατε διαφορές ανάμεσα στα ερευνητικά ινστιτούτα αλλά και στα Πανεπιστήμια της Ελλάδας και του Εξωτερικού…

Σαφέστατα και αυτό το θέμα αποτελεί ένα μεγάλο ζήτημα. Δεν εκλείπουν παραδείγματα ελλήνων ερευνητών, οι οποία επέστρεψαν στην Ελλάδα αλλά ξαναγύρισαν πίσω. Κατ’ αρχάς, μέσα στην ίδια την κοινωνία δεν έχει εδραιωθεί η σημασία της έρευνας και για αυτό δεν επενδύουμε σε αυτή κατά το βέλτιστο. Οι χρηματοδοτήσεις είναι αποσπασματικές αλλά συγκριτικά υψηλότερες από τότε που έφυγα εγώ, λαμβάνοντας όμως σοβαρά υπόψη ότι τα κονδύλια προέρχονται κυρίως από την Ευρωπαϊκή Ένωση και όχι από εθνικές πηγές. Συγκεκριμένα για μένα, η χρηματοδότηση της έρευνας μου βασίστηκε σε κονδύλια που προέρχονταν κυρίως από το εξωτερικό, ενώ ακόμα και τα εθνικά χρήματα ήταν κατ’ ουσία ευρωπαϊκά. Πρόσθετα, εκτός από την υποχρηματοδότηση εκείνο το οποίο δυσχεραίνει την ερευνητική διαδικασία είναι η δυσκολία ανανέωσης του προσωπικού τόσο στα ερευνητικά κέντρα όσο και στα Πανεπιστήμια. Δυστυχώς επικρατεί σε σημαντικό βαθμό το φαινόμενο του inbreeding, το γεγονός δηλαδή ότι στα περισσότερα ακαδημαϊκά ιδρύματα, οι ερευνητές και τα μέλη ΔΕΠ δεν έχουν φύγει για μεγάλα χρονικά διαστήματα από τον τόπο, στον οποίο πραγματοποίησαν τις βασικές προπτυχιακές και μεταπτυχιακές τους σπουδές. Θα έπρεπε κατά την άποψη μου να δοθούν δυνατότητες κινητικότητας τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, αλλά να προωθείται και η εισέλευση καθηγητών και ερευνητών από διαφορετικά ακαδημαϊκά κέντρα του εσωτερικού και κυρίως του εξωτερικού. Η παρατηρούμενη αυτή «στασιμότητα» αποτελεί τροχοπέδη στην εισροή και ανταλλαγή νέων ιδεών, που αποτελεί και τον ακρογωνιαίο λίθο της επιστήμης. Συνεπώς θεωρώ σημαντικό τη διεξαγωγή σχετικά μακροχρόνιων μετεκπαιδεύσεων, οι οποίες πραγματώνουν αυτό το στόχο. Το ιδανικό θα ήταν οι ερευνητές να εκπαιδευτούν τουλάχιστον για μια τριετία σε ένα τόπο διαφορετικό από αυτόν των βασικών σπουδών τους, ώστε να αποκτήσουν αρχικά την εμπειρία και έπειτα να είναι σε θέση να τη μεταλαμπαδεύσουν στις νέες γενιές επιστημόνων.

Η πλειονότητα των φοιτητών κατευθύνεται για μεταπτυχιακές σπουδές σε μοριακά/βιοϊατρικά πεδία. Μέσα από την πολυετή σας εμπειρία τι θα συμβουλεύατε αυτά τα παιδιά; Να κυνηγήσουν σπουδές στο εξωτερικό ή να μείνουν στη χώρα τους; Ενόψει κρίσης μπορεί ένας ερευνητής να διαπρέψει σε ένα πεδίο πολυτελείας, όταν βασική χρηματοδότηση και εξοπλισμός εκλείπουν;

Η υποχρηματοδοτούμενη έρευνα μπορεί να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στην πραγματοποίηση διδακτορικών ή μεταδιδακτορικών σπουδών. ‘Ένα καθεστώς περιορισμένης χρηματοδότησης μπορεί να υποστηρίξει μία διπλωματική εργασία ή ένα Master, αλλά για μια μακροχρόνια περίοδο εκπαίδευσης τα προβλήματα μπορεί να είναι πολύ σοβαρά. Σοφό θα ήταν ο φοιτητής να αναζητήσει ένα περιβάλλον που θα του προσφέρει τις δυνατότητες για να εργαστεί αξιοπρεπώς με σύγχρονη υλικοτεχνική υποδομή και σεβαστή χρηματοδότηση. Αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί σε κάποιο μέρος στην Ελλάδα, όπου είναι εφικτό έπειτα από αναλυτική αναζήτηση, είτε στο εξωτερικό. Η λέξη-κλειδί στην επιστήμη είναι η κινητικότητα για αυτό επιδοτούνται προγράμματα υποτροφιών για σπουδές στο εξωτερικό ή ακόμα και προσέλκυσης αλλοδαπών φοιτητών σε ελληνικά εργαστήρια.


Θεωρείτε ότι το όνομα του Πανεπιστημίου επηρεάζει τη μετέπειτα ακαδημαϊκή και επαγγελματική πορεία του φοιτητή;

Αρχικά θεωρώ ότι το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης έχει μια αξιοσέβαστη εικόνα, αλλά δεν είμαστε ως ολότητα στο επιθυμητό επίπεδο. Πιο ειδικά για το τμήμα μας και συγκεκριμένα για το πεδίο της μοριακής βιολογίας, πιστεύω ότι πρέπει να καταβάλλει ακόμη προσπάθεια για να αναδυθεί στις κλίμακες του εξωτερικού. Ένα από τα βασικά μελήματα είναι η προσέλκυση νέων μελών ΔΕΠ με ανταγωνιστικό προφίλ, το οποίο είναι δύσκολο να γίνει λόγω των περικοπών. Θα ήταν ευκταίο να γίνει συντονισμένη και πολύπλευρη προσπάθεια να προσελκυστούν Έλληνες επιστήμονες με δημοσιεύσεις υψηλού επιπέδου. Είναι γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι στο εξωτερικό, οι οποίοι θα ήθελαν να επιστρέψουν στην Ελλάδα, παρά τις δυσκολίες, όπως το έκανα και εγώ επειδή αγαπούσα την πατρίδα μου. Επομένως είναι επιθυμητό να αναπτυχθούν δυνατότητες προσέλκυσης και επικοινωνίας από όλους, έτσι ώστε να δημιουργηθούν τα κατάλληλα κίνητρα για αυτούς τους ανθρώπους. Αναφορικά με το όνομα του ιδρύματος, σαφώς και παίζει ρόλο. Ιδιαίτερα στη διεθνή αγορά, ένας τίτλος για παράδειγμα από το Πανεπιστήμιο του Cambridge θα «ανοίξει» ευκολότερα πόρτες, δε σημαίνει όμως ότι οι τίτλοι που αποκτώνται από ελληνικά ιδρύματα δε διαθέτουν βαρύτητα. Το κρίσιμο θέμα είναι η επιλογή του εργαστηρίου και η ποιότητα της δουλειάς που διεξάγεται σε αυτό.

Πείτε μας δυο λόγια για το ερευνητικό σας πεδίο. Ποια ήταν η τελευταία σας δημοσίευση;

Το γενικότερο πεδίο αφορά τους μοριακούς μηχανισμούς της καρκινογένεσης. Αποτελεί ένα πολυσχιδές πρόβλημα και είναι ένα πεδίο από το οποίο δε θα προκύψουν «magic bullets» για θεραπείες, καθώς στην περίπτωση του καρκίνου έχουμε την ύπαρξη πολλών ασθενειών. Εκτιμώ ότι υπάρχουν πολλές σοβαρές προοπτικές και ότι ο τομέας αυτός θα απασχολήσει την ερευνητική κοινότητα για αρκετό καιρό ακόμα. Η δραστηριότητα του εργαστηρίου μου εστιάζεται κυρίως στην κατανόηση των μοριακών μηχανισμών της χρόνιας φλεγμονής που αποτελεί συνήθως τον πρόδρομο της καρκινογένεσης. Ειδικότερα έχουμε δύο πεδία μελέτης: από τη μια πλευρά ασχολούμαστε με μια ογκοκατασταλτική πρωτεΐνη τη Cyld, η  οποία βάζει «φρένο» στη φλεγμονή και  από την άλλη με τον ιό Epstein Barr και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η ιική ογκογονική πρωτεΐνη LMP1 και η αλληλεπίδραση της με τις κυτταρικές. Σε πρόσφατες έρευνες έχουμε μελετήσει κάποιους χημικούς αναστολείς κινασών και έχουμε βρει ότι κάποιοι από αυτούς έχουν εκλεκτική τοξικότητα σε μολυσμένα από EBV Β Λεμφοκύτταρα, προσδοκώντας την ανάπτυξη κάποιων πρώτων θεραπευτικών σχημάτων. Επιπλέον μελετούμε τον ογκοκατασταλτικό ρόλο της Cyld σε συγκεκριμένες νεοπλασίες αναπτύσσοντας ζωικά μοντέλα, στα οποία αποδείξαμε ότι η καταστολή της εμπλέκεται στην ανάπτυξη συγκεκριμένων νεοπλασιών, όπως του παχέος εντέρου, του επιθηλίου του μαστού και του ήπατος.

Κλείνοντας αυτή τη συνέντευξη ποια γενική συμβουλή θα μας δίνατε και τι θα ευχόσασταν για την ομάδα μας;

Η συμβουλή μου είναι να κυνηγήσετε με πάθος τα ενδιαφέροντά σας στο χώρο της επιστήμης και να λειτουργήσετε έξω από τα τετριμμένα. Μην είστε παθητικοί δέκτες δογμάτων και παγιωμένων αντιλήψεων, καθώς η ζωή και η έρευνα προχωράνε μόνο όταν σκεφτόμαστε έξω από τα κατεστημένα πλαίσια. Όσον αφορά την ομάδα σας, έχω να πω πως είναι εξαιρετική η πρωτοβουλία και πιστεύω ότι μπορεί να βοηθήσει πάρα πολύ όλους τους φοιτητές και το διδακτικό προσωπικό, καθώς είμαι υποστηρικτής της αμφίδρομης αλληλεπίδρασης, αφού ωφελούνται όχι μόνο οι φοιτητές αλλά και οι καθηγητές, οι οποίοι συνεχώς μαθαίνουν και ανακαλύπτουν τις αδυναμίες τους ώστε να τις ξεπεράσουν...

Σάββατο 14 Φεβρουαρίου 2015

Επίσκεψη στο Embryolab και Happy New 2015

Το 2015 υποδέχεται η ΒΑΤ με περίσσεια όρεξη και κέφια.  Διαγωνισμοί και νέα προγράμματα περιμένουν τα μέλη μας. Πολλά υποσχόμενες συνεργασίες είναι στα σχέδια για το νέο έτος και φυσικά φρέσκες δράσεις , όπως η επίσκεψη των μελών της ομάδας μας στη μονάδα υποβοηθούμενης αναπαραγωγής Embryοlab, στη Καλαμαριά Θεσσαλονίκης που πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 21-11-2014.

Η ομάδα των επιστημών του Embryοlab μας υποδέχτηκε με προθυμία και ήταν ικανοποίηση για εμάς να μάθουμε ότι όλοι τους πρόκεινται για βιολόγοι, μερικοί από τους οποίους πέρασαν από τα ίδια έδρανα που καθόμαστε εμείς σήμερα. Η Διευθύντρια του Embryolab και Κλινική Εμβρυολόγος κ. Αλεξία Χατζηπαρασίδου, MSc, παρουσίασε τις αξίες που διέπουν το Embryοlab. Αυτές περιλαμβάνουν την εξατομικευμένη προσέγγιση, τον αυστηρό ποιοτικό έλεγχο και τη σκληρή δουλειά, σε πνεύμα ομαδικότητας και διαρκούς ενημέρωσης. Μάλιστα, τα παραπάνω μας προτάθηκαν ως η συνταγή για την επιτυχία σε οποιοδήποτε εργαστήριο του χώρου των βιοεπιστημών. Επίσης μας ενημέρωσε για  τους σκοπούς, το όραμα και τους βασικούς σταθμούς της δεκαετούς πορείας του Embryolab.

Η κ. Χαρά Ωραιοπούλου, MSc, Κλινική Εμβρυολόγος, ανέλυσε τις εργαστηριακές τεχνικές που εφαρμόζει η μονάδα. Μας έγινε κατανοητό ότι απαιτείται τεχνική εξειδίκευση και εμπεριστατωμένη γνώση προκειμένου να απασχοληθεί κανείς στον τομέα, όμως το θετικό είναι ότι το μονοπάτι στο οποίο βρισκόμαστε ως φοιτητές βιολογίες μπορεί να μας οδηγήσει ομαλά σε μια τέτοια απασχόληση.

Η κ. Γλυκερία Σαμολαδά, MSc, Βιολόγος - Κυτταρογενετίστρια και Γενετική Σύμβουλος, παρουσίασε τις βασικές αρχές της Γενετικής Συμβουλευτικής. Ήταν ενδιαφέρον για εμάς να δούμε πώς οι γνώσεις που αποκτούμε κατά τις σπουδές μας σχετικά με τη γενετική μπορούν και πρέπει να συνδυαστούν με τους παράγοντες ηθική και ψυχολογία, ώστε να παρουσιαστούν σε έναν άνθρωπο ενδιαφερόμενο να τεκνοποιήσει με τη βοήθεια των ανάλογων μονάδων.  Στη συνέχεια μας δόθηκε η ευκαιρία να διατυπώσουμε τις απορίες μας και να διαπιστώσουμε τυχόν διαφορές μεταξύ θεωρίας και πράξης.

Ο κ. Βασίλης Κατσαρές, PhD, Βιολόγος - Μοριακός Γενετιστής, έκανε μια σύντομη αναφορά στις διαδικασίες & μηχανισμούς Ελέγχου & Διασφάλισης Ποιότητας στα σύγχρονα εργαστήρια εξωσωματικής γονιμοποίησης. Μας έγινε κατανοητό ότι ο ποιοτικός έλεγχος, διαπιστευμένος από διεθνή πρότυπα (τα λεγόμενα ΙSO), είναι στοιχείο – κλειδί για την επιτυχία στην ανταγωνιστική, ακόμα και για βιοεπιστημονικά εργαστήρια, αγορά.

Στη συνέχεια, είχαμε τη τύχη να ξεναγηθούμε στους χώρους του Embryolab, όπου είδαμε και ιδίοις όμμασι τις υψηλές απαιτήσεις ενός τέτοιου χώρου, την ιδιαίτερη ευαισθησία των συνθηκών που επικρατούν προκειμένου να εξασφαλιστεί η ανάπτυξη των εμβρύων, αλλά και το φιλικό περιβάλλον που επικρατεί.


Βγαίνοντας από το Embryolab, νιώθουμε αισιόδοξοι για έναν τομέα απασχόλησης που ανοίγεται μπροστά μας, ορεξάτοι για γνώση επί του πεδίου και ενθουσιασμένοι από τη σημαντικότητα που μπορεί να λάβει η εξάσκηση της επιστήμης μας. Με δράσεις σαν και αυτή, η ΒΑΤ θέλει να εμπνεύσει τους επίδοξους βιολόγους, ανοίγοντας νέους ορίζοντες και προοπτικές.